Στη μνήμη των ευεργετών της πόλης Κοζάνης, Διαμαντή και Ρηγούλας Βαντή | της Φανής Φτάκα
Μ’ αφορμή το 40ήμερο μνημόσυνο της Ρηγούλας Βαντή στις 21 Γενάρη 2018 στον Άγιο Δημήτριο Κοζάνης , ως ελάχιστο φόρο τιμής στη μνήμη αυτής και του συζύγου της Διαμαντή, μεγάλων ευεργετών της πόλης και του Δήμου Κοζάνης, έκρινα αναγκαία τη δημοσίευση μιας εργασίας
μαθητών μου της Α΄ Λυκείου του 3ου ΓΕΛ Κοζάνης , κατά το σχολικό έτος 2012-2013. Οι συγκεκριμένοι μαθητές στα πλαίσια του εκπαιδευτικού project “Επιφανείς Κοζανίτες της διασποράς», το οποίο και συντόνιζα, ανάμεσα σε 28 άλλες βιογραφίες επιφανών Κοζανιτών, επέλεξαν να ασχοληθούν με την προσωπικότητα του Διαμαντή Βαντή ως επιχειρηματία και ως ευεργέτη. Παραθέτω μερικά στοιχεία αυτής της εργασίας , της οποίας η τελική μορφή παρουσιάστηκε σε power-point:
Διαμαντής Βαντής
Επιχειρηματίας και Μεγάλος Ευεργέτης
(1911-2002)
Γεννήθηκε στην Κοζάνη στις 14/9/1911 και πέθανε στις 15/07/2002 σε ηλικία 91 χρονών. Ήταν το όγδοο παιδί μιας αστικής και εύπορης οικογένειας. Η μητέρα του Αναστασία ήταν κόρη του γραμματέα της Επισκοπής, Φίλιππου Αδαμαντίδη και δισέγγονη του Χαρισίου Μεγδάνη. Ο πατέρας του Γιάννης, πετυχημένος έμπορος υφασμάτων και πολυταξιδεμένος. Το 1917 παρακολούθησε τα πρώτα γράμματα στο 1ο Δημοτικό Σχολείο Κοζάνης. Το 1929 ολοκλήρωσε τις γυμνασιακές του σπουδές στο Βαλταδώρειο Γυμνάσιο. Το 1924 μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη για να σπουδάσει νομικές και οικονομικές επιστήμες στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Έζησε μια γλεντζέδικη φοιτητική ζωή κοντά στην οικογένεια του, η οποία εγκαταστάθηκε επίσης στη Θεσσαλονίκη σε μεγάλο ιδιόκτητο αγρόκτημα μεταξύ Χαριλάου και Κάτω-Τούμπας.
Το 1936 πήρε το πτυχίο της Νομικής Σχολής αλλά τελικά τον κέρδισαν οι επιχειρήσεις. Η πρώτη του δουλειά ήταν το 1937 στην έκθεση Θεσσαλονίκης, στο περίπτερο των Ελλήνων σιδηροβιομηχάνων Αθηνών-Θεσσαλονίκης.Το 1938 ως αντιπρόσωπος της Ελληνικής Σιδηροβιομηχανίας δημιούργησε το πρώτο μεγάλο κατάστημα στη Θεσσαλονίκη στην οδό Αριστοτέλους. Χάρη στις πετυχημένες επιχειρηματικές και εμπορικές δραστηριότητες του, συνεργάστηκε με μια μεγάλη αμερικανική εταιρεία, τη Remincton εμπορευόμενος γραφομηχανές και λογιστικά μηχανήματα.
Στον πόλεμο του ’40 μια βόμβα κατέστρεψε όλα του τα εμπορεύματα, ενώ σε λίγο καιρό οι Γερμανοί επέταξαν το κατάστημα του. Μέσα στην Κατοχή άνοιξε κατάστημα στην οδό Βαλαωρίτου. Συνεργάστηκε με κοινότητες της Μυτιλήνης ανταλλάσσοντας όσπρια και σιτηρά με λάδι. Εμπορεύτηκε το λάδι αυτό στέλνοντας συνεργεία του σε χωριά της Κοζάνης και αλλού.
Το 1947 υπόγραψε σύμβαση με το κράτος για την λειτουργία του ΟΔΙΣΥ (Οργανισμός Διαχείρισης Συμμαχικού Υλικού). Επιλέχτηκε από το ελληνικό δημόσιο για την αποκλειστική διαχείριση και εμπορία του συμμαχικού υλικού στη Β. Ελλάδα ενώ για τη Νότια επιλέχθηκε ο πεθερός του Κων. Μητσοτάκη. Διατήρησε τη σύμβαση μέχρι το 1957 με μεγάλη επιτυχία στις πωλήσεις. Τελευταία του εμπορική δραστηριότητα το 1959 το διώροφο εμπορικό κατάστημα με είδη ενδυμασίας «ΜΑΝΙΞ» στη Διαγώνιο.
Ήταν κοζανολάτρης. Ο ίδιος σε μια συνέντευξη του είπε χαρακτηριστικά «ευχαριστώ το Θεό που μ’ έκανε Κοζανίτη». Ο Διαμαντής Βαντής είναι γνωστός και από τα κείμενα του στο κοζανίτικο γλωσσικό ιδίωμα. Τα πιο γνωστά είναι: 1)«ο τόκος ανά τους αιώνες» 2)«ο καημός του γεροΚοζανίτη».
Στην Κοζάνη, επηρεασμένος από τους προγόνους του, Χαρίσιο Μεγδάνη και Φίλιππο Αδαμαντίδη, ξεκίνησε τις δωρεές του το 1990. Έκανε μεγάλες δωρεές στο Δήμο Κοζάνης και ειδικότερα στην Πανδώρα που υπεραγαπούσε, καθώς σύμφωνα με πληροφορίες του κ. Καραχάλιου Πάρι, πρώην μαέστρου της Πανδώρας, την περίοδο 1926-1929 είχε συμμετάσχει ως μουσικός στην πρώτη συμφωνική ορχήστρα σε πανελλαδικό επίπεδο που δημιούργησε ο αείμνηστος καθηγητής Σασσαρόλης στην Κοζάνη το 1924, παίζοντας κλαρίνο. Γι’ αυτό το λόγο και δώρισε εν ζωή στην Πανδώρα την υψηλή κυριότητα του διαμερίσματος που διέμενε στη Θεσσαλονίκη, επί της οδού Βασιλίσσης Όλγας, το οποίο με το θάνατο της συζύγου του Ρηνούλας θα περιέρχονταν ολόκληρο στο Δήμο (ΟΑΠΝ). Αντικατέστησε επίσης με το ποσό των 5.500.000 εκατομμυρίων δραχμών , όλα τα μουσικά όργανα της φιλαρμονικής ‘Πανδώρας’ του Δήμου Κοζάνης, τα οποία είχαν να αντικατασταθούν από το 1953, ακολουθώντας το παράδειγμα των δυο άλλων μεγάλων ευεργετών της πόλης, των Αδελφών Κώστα και Δημητρίου Κοβεντάρου, μεταναστών στην Αμερική, που προχώρησαν πρώτοι στην αγορά όλων των μουσικών οργάνων της Πανδώρας, εγχαράσσοντας σε κάθε όργανο «Κοβεντάρων τη Πανδώρα». Ενίσχυσε οικονομικά το ΚΑΠΗ του Δήμου Κοζάνης. Χρηματοδότησε με άλλα 5.000.000. εκ. δραχμές την κατασκευή του γυμναστηρίου στο 1ο Γενικού Λυκείου Κοζάνης, το οποίο μετονομάστηκε σε ‘Διαμαντής Βαντής’ προς τιμήν του. Το 1995 ο Διαμαντής Βαντής έστειλε πρώτος στη Νομαρχία Κοζάνης ένα σεβαστό χρηματικό ποσό για την ενίσχυση των σεισμοπλήκτων. Ενίσχυσε ακόμα με μεγάλο χρηματικό ποσό , τον Σύνδεσμο Γραμμάτων και Τεχνών Ν. Κοζάνης, ο οποίος τιμώντας τον ενέταξε στη χορεία των μεγάλων ευεργετών του και προς τιμήν του ονόμασε το χορευτικό του συγκρότημα «Διαμάντειο». Έκανε επίσης μεγάλες δωρεές στη Μητρόπολη Κοζάνης, στο Σύλλογο ‘’Κασμιρτζήδις» , στον Σύλλογο Εντόπιων Επαρχίας Κοζάνης «ο Αλιάκμων» , όπως και στην Ομοσπονδία Δυτικομακεδονικών Σωματείων Θεσσαλονίκης, η οποία και τον ανακήρυξε μεγάλο ευεργέτη, στο Σύλλογο Κοζανιτών Θεσσαλονίκης, στο Λύκειο Ελληνίδων και σε πολλά άλλα σωματεία και συλλόγους. Ενίσχυσε τα σχολεία και τους μαθητές των ακριτικών χωριών καθώς και τα φυλάκια των συνόρων . Επίσης βοήθησε παρά πολύ τους φτωχούς.
Ο Διαμαντής Βαντής βρήκε την ιδανική σύζυγο στο πρόσωπο της Ρηγούλας Βουλγαρέλη, υπάλληλο της Αγροτικής Τραπέζης στη Θεσσαλονίκη, την οποία παντρεύτηκε το 1964. Η κ. Ρηγούλα ήταν ένας ανώτερος άνθρωπος με ιδιαίτερες ευαισθησίες και ψυχική καλλιέργεια , την οποία είχα την τιμή να γνωρίσω και να συνομιλήσω από κοντά. «Η κ. Ρηγούλα, αν και Αλεξανδροπολίτισσα, ενστερνίστηκε σε μεγάλο βαθμό την αγάπη του συζύγου της για τη γενέτειρά του και έγινε μια φανατική Κοζανίτισσα. Υπήρξε μια γνήσια Κοζανίτισσα αν και εξ αγχιστείας που αγάπησε την Κοζάνη περισσότερο κι από εμάς που γεννηθήκαμε και μεγαλώσαμε εδώ», σύμφωνα με την κ. Μιμή Παπαδέλη-Παπαναστασίου, πρόεδρο του Συλλόγου Κοζανιτών Θεσσαλονίκης.
Μετά τον θάνατο του συζύγου της, η κ. Ρηγούλα δεν έκοψε τους δεσμούς της με την Κοζάνη. Συνέχισε με περισσή αγάπη και φροντίδα το εξαιρετικό έργο του συζύγου της, με το οποίο συμφωνούσε απόλυτα αφού από κοινού, εν ζωή ακόμα, το είχαν ξεκινήσει. Η ανωτερότητα της φάνηκε όχι μόνο στην πλήρη συναίνεση της σε όλες τις δημόσιες δωρεές της μεγάλης ακίνητης και κινητής περιουσίας του συζύγου της αλλά και στην παραχώρηση ακόμα και αυτού του διαμερίσματος που διέμενε μετά το θάνατο του συζύγου της.
Η μεγαλοψυχία της όμως αποδείχτηκε περίτρανα όταν δε θέλησε να κρατήσει ως προσωπικά της δυο πολύτιμα οικογενειακά κειμήλια του Διαμαντή: μια γνήσια στολή του μακεδονομάχου Παύλου Μελά, που δώρισε η ίδια στο Λύκειο Ελληνίδων Θεσσαλονίκης, στο οποίο συμμετείχε στο Δ.Σ. του και ένα περίτεχνο ζευγάρι «θηλύκια» κοινώς πόρπες από ασήμι, που ανήκαν στην αρραβωνιαστικιά του Γεωργίου Λασσάνη, τα οποία η ίδια παρέδωσε στον πρώην δήμαρχο κ.Πάρι Κουκουλόπουλο, κατά τη διάρκεια της παρουσίασης του συγγράμματος "Οι ευεργέτες της Κοζάνης" του Δρ Δ. Μυλωνά στις 16.12.2008 στην Αίθουσα Τέχνης, και των οποίων δυστυχώς έκτοτε αγνοείται η τύχη τους, με την ίδια να ρωτά επίμονα γνωστούς και φίλους μέχρι το θάνατο της , αν γνωρίζουν τι απέγιναν.
Με τους Διαμαντή και Ρηγούλα Βαντή κλείνει ο πολύ ευρύς κύκλος των μεγάλων Κοζανιτών ευεργετών του 20ου αιώνα, αποδήμων κυρίως, που ξεκίνησε πολύ νωρίτερα τον 18ο και 19ο αιώνα από τις ανθηρές παροικίες των Κοζανιτών και Δυτικομακεδόνων της Μεσευρώπης. Ευχόμαστε ο κύκλος αυτός να συνεχιστεί και μέσα στον 21ο αιώνα, και το παράδειγμα αυτών των ανθρώπων, μεγάλων ευεργετών της ιδιαίτερης πατρίδας τους, ας ενθαρρύνει και τις νεότερες γενιές να ασχοληθούν με τα πάτρια εδάφη, κυρίως όμως ας προβληματίσει τους δημόσιους άντρες , αυτοδιοικητικούς και μη, για το χρέος που έχουν αναλάβει με τη σειρά τους έναντι όλων αυτών των ευεργετών , για τα μέσα και τους τρόπους που χρειάζονται για να αναδείξουν με τον καλύτερο τρόπο όχι μόνο τα μεγάλα έργα αυτών αλλά και που θα εξασφαλίσουν με συνέπεια και σεβασμό στη μνήμη τους τη συνέχεια αυτών.
Φανή Φτάκα-Τσικριτζή.